Τετάρτη 2 Μαΐου 2018

Ο πρώην Οικονομικός Σύμβουλος Μποδοσάκη & Αγγελόπουλου για το πλεόνασμα στην Ελλάδα σήμερα !


    
Για να ορίσει κανείς το πλεόνασμα, πρέπει να μελετήσει πολύ καλά την οικονομία μιας χώρας, μιας περιοχής με συγκεκριμένα όρια, ώστε να βγάλει το συμπέρασμα από που προήλθε το πλεόνασμα.
    Αυτό σημαίνει, ότι υπάρχουν πολλές πηγές να προέλθει ένα πλεόνασμα.
    Εδώ θα προσπαθήσουμε όσο απλά μπορούμε να εντοπίσουμε μερικές από τις πηγές που δημιουργείται το πλεόνασμα.
    Κατ’αρχήν παίρνουμε τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της οικονομίας μια περιοχής, συνήθως ενός κράτους ή μιας ευρείας περιοχής με συγκεκριμένα όρια και αφού μελετήσουμε την οικονομική τους απόδοση από απόψεως εκμεταλλεύσεως και βρούμε το ορόσημο του ισοζυγίου, δηλαδή αν είναι θετικό ή αρνητικό καταλήγουμε, στο συμπέρασμα αν δημιουργείται πλεόνασμα ή έλλειμμα.

   Συγκρίνοντας τώρα το πλεόνασμα με το έλλειμμα του ίδιου του κράτους για την ίδια χρονική περίοδο, βγάζουμε το συμπέρασμα, ότι έχουμε πλεόνασμα, εφόσον το πλεόνασμα μας είναι μεγαλύτερο από το έλλειμμα των τρεχουσών λογαριασμών, τότε
έχουμε θετικό πλεόνασμα.
    Αυτό σημαίνει ότι η βιομηχανία μας πάει καλά αφήνει κέρδη.
    Μόνο που στην Ελλάδα δεν έχουμε βιομηχανία, άρα και κέρδη, για’αυτό και έχου-με ένα τεράστιο βιομηχανικό έλλειμμα.
    Αυτό το φαινόμενο παρουσιάζεται στην Γερμανία, αν και εκεί παρουσιάζεται ένα φαινόμενο λίγο στρεβλωμένο από οικονομικής απόψεως, διότι πολλά προϊόντα των γερμανικών εργοστασίων παράγονται στην Κίνα, μεταφέρονται στην Γερμανία και διοχετεύονται στην διεθνή αγορά σαν γερμανικά προϊόντα, με γερμανική τιμή, αλλά με κινέζικη ποιότητα.
     Με αυτόν τον τρόπο η Γερμανία κερδίζει το ένα τέταρτο των προϊόντων της χωρίς να κάνει τίποτα, γι’ αυτό και το βιομηχανικό πλεόνασμα της Γερμανίας είναι το πιό εύρωστο στην παγκόσμια οικονομία.
    Τα λίγα πλεονάσματα της Γεωργίας και της Κτηνοτροφίας αδυνατούν να ισοσκελί-σουν το γενικό έλλειμμα του κράτους, γι’αυτό και καταφεύγουμε στον δανεισμό.
    Αν ήταν διαφορετικά  τα πράγματα δεν θα καταφεύγαμε στον δανεισμό, αλλά με δικούς μας πόρους θα πληρώναμε τα χρέη μας.
    Η κυβέρνηση Τσίπρα διατυμπανίζει, ότι για το τρέχον έτος θα έχουμε τόσο πλεόνασμα και ότι την περασμένη χρονιά ήταν τόσο σε ποσοστά πάντοτε σε συνάρτηση με το Ακαθάριστο Εθνικό Προϊόν.
   Αυτό σημαίνει το σύνολο όλων των εισοδημάτων του κράτους, μείον τους φόρους, τα τέλη και τους τυχόν δασμούς, μείον τα έξοδα του κράτους θα μας δώσει πλεόνασμα ή έλλειμμα.
   Αυτό είναι το ενεργητικό πλεόνασμα.
   Υπάρχει και το παθητικό πλεόνασμα, είναι μορφή ελλείμματος με προβιά λεονταριού.
    Η περίπτωση αυτή δημιουργείται, όταν οι πόροι δεν προέρχονται από εισοδήματα
οικονομικών οντοτήτων, δηλαδή επιχειρήσεων, αλλά από την αφαίμαξη των συντά-
ξεων και των επιδομάτων υπέρ απόρων και δεινοπαθούντων και προσπαθεί το κράτος
με αυτά τα χρήματα να ισοσκελίσει τον προϋπολογισμό και να μείνει μια διαφορά που την ονομάζει πλεόνασμα, έφ’οσον υπερβαίνει, μαζί με τα άλλα εισοδήματα το σύνολο των  δαπανών.
    Αυτή η διαδικασία έχει πολλούς ορισμούς και ο καθένας μπορεί, ανάλογα με τα συμφέροντά του να τα ονομάσει όπως θέλει και στην προκειμένη περίπτωση η κυβέρνηση το βαφτίζει πλεόνασμα.
    Αν όμως βγάλουμε από το πλεόνασμα το κομμάτι των συντάξεων που περικόπηκαν θα δημιουργηθεί μια τεράστια τρύπα, όση θα είναι και το σύνολο των περικοπών.
    Βέβαια αυτό σε καμιά περίπτωση δεν θα το παραδεχτεί ο Τσίπρας και θα συνεχίσει
να το διατυμπανίζει σαν πλεόνασμα.
    Βέβαια η τακτική αυτή δεν είναι αποκλειστικότητα του Τσίπρα και άλλες κυβερνήσεις πριν από αυτόν έκαναν τον ίδιο υπολογισμό και έβγαζαν πλαστό πλεόνασμα και το πουλούσαν σαν γνήσιο.
   Αυτό δεν είναι δημιούργημα της κυβέρνησης του Τσίπρα, αλλά της κάθε ελληνικής κυβέρνησης να μπαλώνει το ένδυμα της οικονομίας με κάθε είδους μπάλωμα, φτάνει να λέγεται πλεόνασμα.
    Και ο λαός το χωνεύει, λέγοντας πλεόνασμα να είναι και ότι θέλει ας είναι.
   Στην Ελλάδα ποτέ δεν πρόκειται να συμβεί ένα θετικό πλεόνασμα, διότι η οικονομία μας είναι μια περιορισμένης εκτάσεως οικονομία, χωρίς βιομηχανία και οι λίγες βιοτεχνίες που είχαμε έφυγαν, επειδή βρήκαν καλλίτερους όρους αναπτύξεως στο εξωτερικό.
    Το κράτος για πολλούς λόγους απεχθάνεται την ανάπτυξη και η μόνη βιομηχανία που διαθέτουμε προς το παρόν είναι ο τουρισμός και ουαί και αλίμονο αν για κάποιον λόγο κουτσαθεί και αυτή, τότε θα έρθουν τα  κακά μαντάτα.
    Ποτέ δεν θα δημιουργηθεί ένα θετικό πλεόνασμα στην Ελλάδα, από την στιγμή που δεν γίνεται προσπάθεια προσέλκυσης ξένων κεφαλαίων και επενδύσεων να τονώσουν την οικονομία και οι εξαγωγές να υπερκαλύψουν τις εισαγωγές.
    Αυτή η θεωρία είναι στα συρτάρια των οικονομολόγων και να πεις ότι δεν βγάζου-με οικονομολόγους; Ζωή να έχουν κάθε χρόνο ξεφουρνίζουμε και εξήντα τον αριθμό για τις ξένες αγορές.
    Από καταβολής του ελληνικού κράτους απεχθανόμαστε το ξένο κεφάλαιο και δεν εκτιμούμε και το εγχώριο για πολιτικούς λόγους.
    Αλλά δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η βάσις της οικονομίας μαζί με την Εργασία και την Φύση είναι και το Κεφάλαιο.
    Όλα τα άλλα είναι μπούρδες.


                                                          Βασίλης Τζιτζής
                                                Oικονομολόγος - Κοστολόγος 

                                                     Χρηματ/κός Αναλυτής

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου